
Κελύφη & Τόποι συμβίωσης (12)
Κελύφη, κυψέλες, καταφύγια, ενδιαιτήματα, κτίσματα. Λέξεις των οποίων η σημασία αλλάζει σύμφωνα με νέες συνθήκες και ανάγκες. Το σπίτι γίνεται «έξυπνο» χάρη σε υποδομές και συστήματα που μελετούν τις συνήθειες των χρηστών του. Τέως οχυρωμένες αμυντικές εγκαταστάσεις αξιοποιούνται για την εγκατάσταση και την ασφάλεια κέντρων δεδομένων του συνδεδεμένου κόσμου. Ελεγχόμενα οικοσυστήματα αποσκοπούν στη διατήρηση υπό εξαφάνιση φυτών. Τι σημαίνουν οι ταυτόχρονες αυτές εξελίξεις για το μέλλον του αστικού και φυσικού περιβάλλοντος;
Στην έκθεση εξετάζονται ποικίλες περιπτώσεις κελυφών: για τον άνθρωπο, για φυσικά στοιχεία, αλλά και για την πληροφορία. Οι προτάσεις λαμβάνουν υπόψη τον αυξανόμενο ρόλο της τεχνολογίας, καθώς και τις δυνατότητες και τις ανάγκες που παρουσιάζουν διαφορετικά γεωφυσικά περιβάλλοντα και τοπογραφίες. Παρουσιάζονται σενάρια για χώρους συνεχούς διαμεσολάβησης, για μονάδες εγκατάστασης μελλοντικών δικτυακών υποδομών, για τεχνο-φυσικά καταφύγια, έως και προτάσεις για εξωσκελετούς ζώων. Συζητούνται τα χαρακτηριστικά των πιθανών αυριανών κελυφών και τόπων, καθώς και τα ενδεχόμενα νέων τρόπων συνύπαρξης ανθρώπινων και μη ανθρώπινων στοιχείων.
Η θεωρία της Οικουμενόπολης αναπτύχθηκε από το Αθηναϊκό Κέντρο Οικιστικής του Κωνσταντίνου Δοξιάδη, στο πλαίσιο ενός ερευνητικού προγράμματος για την «Πόλη του Μέλλοντος», το οποίο χρηματοδοτήθηκε από το Ίδρυμα Ford.
Κατά τον Δοξιάδη, η διαρκής αύξηση του αστικού πληθυσμού και η δυναμική ανάπτυξη των πόλεων θα οδηγήσουν κάποια στιγμή στη διασύνδεσή τους σε ένα συνεχόμενο δίκτυο, σε μία παγκόσμια πόλη την οποία μπορούμε να ονομάσουμε οικουμενική πόλη ή, αλλιώς, Οικουμενόπολη. Πρόκειται για μια αναπόφευκτη πραγματικότητα που βρίσκεται ήδη υπό κατασκευή και θα αρχίσει να λαμβάνει τη μορφή της στις αρχές του 22ου αιώνα. Το μεγάλο ερώτημα που απασχολεί τον Δοξιάδη δεν αφορά τις διαστάσεις, τη δομή και τη μορφή της Οικουμενόπολης, αλλά τη λειτουργία της, τον τύπο ζωής που θα δημιουργηθεί μέσα σε αυτήν και την ποιότητα ζωής που θα προσφέρει στον άνθρωπο.
Ο Δοξιάδης προβλέπει ότι οι μελλοντικές πόλεις θα υπερβούν τις ικανότητες του ανθρώπου να τις ελέγξει. Θεωρεί πιθανή τη δημιουργία απάνθρωπων συνθηκών, καθώς οι αδυναμίες και τα προβλήματα των πόλεων του 20ού αιώνα θα πολλαπλασιάζονται. Την ίδια στιγμή, όμως, θεωρεί ότι η Οικουμενόπολη μπορεί να είναι «η πραγματική πόλη του ανθρώπου», καθώς για πρώτη φορά στην ιστορία ο άνθρωπος θα έχει μία πόλη, αντί για πολλές που ανήκουν σε διαφορετικές εθνικές, φυλετικές, θρησκευτικές ή τοπικές ομάδες. Η Οικουμενόπολη μπορεί να διαμορφώσει ένα συνεχές, διαφοροποιημένο, αλλά και ενοποιημένο πλέγμα, το οποίο θα αποτελείται από πολλά, διαφορετικά, μικρά κύτταρα: τις ανθρώπινες κοινότητες. Για τον Δοξιάδη, η εξέλιξη αυτή αντιστοιχεί στο όνειρο μιας κοσμόπολης, μιας ιδανικής κατάστασης όπου όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι και ενωμένοι σε έναν κόσμο.
Στην έκθεση παρουσιάζονται σχέδια, διαγράμματα και φωτογραφίες από το ερευνητικό πρόγραμμα για την «Πόλη του Μέλλοντος», όπου αναπτύχθηκε η θεωρία της Οικουμενόπολης, από διαλέξεις και δημοσιεύσεις του Κ.Α. Δοξιάδη για τη θεωρία της Οικιστικής, καθώς και από τα Συμπόσια της Δήλου που ο Δοξιάδης οργάνωσε από το 1963 έως το 1975. Όλο το υλικό προέρχεται από το Αρχείο Κωνσταντίνου Α. Δοξιάδη.
© Ίδρυμα Κωνσταντίνου και Εμμάς Δοξιάδη
Η φευγαλέα παρουσία της υπερθέρμανσης του πλανήτη –η οποία γίνεται ορατή μόνο στις πολύ τοπικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως στην περίπτωση της παράκτιας πλημμύρας– λειτουργεί ως προάγγελος του αυριανού κόσμου· προμηνύει μια μετατόπιση του ανθρωποκεντρικού προσανατολισμού του Δυτικού πολιτισμού, τόσο με βιωματικούς όσο και με φιλοσοφικούς όρους. Αν η προηγούμενη αντίληψή μας του «κόσμου» ήταν βασισμένη στην υπόθεση ότι οι άνθρωποι υπάρχουν εκτός της «φύσης», η σημερινή κατανόηση του αυριανού «κόσμου» καθιστά τέτοιες διακρίσεις μεταξύ ανθρώπινου και μη-ανθρώπινου χώρου μεταβατικές και, συνεπώς, αμφιλεγόμενες.
Το έργο Transitional Environments (Μεταβατικά Περιβάλλοντα) είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας της Κάθρυν Ντουάιρ και του Κρις Πέρυ, του διεπιστημονικού τους γραφείου μελετών pneumastudio, καθώς και της ακαδημαϊκής τους έρευνας στον αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, που διεξάγουν στο Pratt Institute και στο Rensselaer Polytechnic Institute, αντίστοιχα. Το έργο διερευνά την ταυτόχρονη εγγύτητα και διάσταση μεταξύ ανθρώπινου και μη-ανθρώπινου χώρου με την παραγωγή μεταβατικών υλικών, μορφικών, χωρικών και προγραμματικών συνθηκών. Καθώς δεν επιδέχονται υποβιβασμό στη μία ή την άλλη κατάσταση, αυτά τα μεταβατικά περιβάλλοντα είναι εγγενείς χώροι «μετα-φύσης»· αντί να επιδιώκουν μια επίλυση της σύγκρουσης μεταξύ φύσης και πολιτισμού που χαρακτηρίζει το παρόν μας, αποζητούν αντιθέτως να αποκαλύψουν νέες μορφές κριτικής συνείδησης και δημιουργικού δυναμικού, με την αποδοχή της.
Η εγκατάσταση φιλοξενεί τα παρακάτω έργα:
A Curious Cabinet από τους pneumastudio (Cathryn Dwyre & Chris Perry), 2017
Anthropocene Folly από τους pneumastudio (Cathryn Dwyre & Chris Perry), 2015
Into the Fog από τους Gabriela Fiorentino και Yara Kawar (σπουδαστές), Cathryn Dwyre and Richard Sarrach (διδάσκοντες), Pratt School of Architecture, 2016
Scar City από τους Dariusz Kulinski και Skye Ruozzi (σπουδαστές), Cathryn Dwyre and Richard Sarrach (διδάσκοντες), Pratt School of Architecture, 2016
Disfigured Landscapes από τους Jacob Wigton (σπουδαστής), Chris Perry (διδάσκων), Rensselaer School of Architecture, 2016
Transgenic Environments από τους Hailey Beyer (σπουδάστρια), Chris Perry (διδάσκων), Rensselaer School of Architecture, 2016
Το White Mountain (Λευκό Όρος) είναι ένα ντοκιμαντέρ μυθοπλασίας, γυρισμένο κατά κύριο λόγο στο κέντρο δεδομένων Pionen, το οποίο βρίσκεται 30 μέτρα κάτω από τους γρανιτένιους βράχους του πάρκου Vita Bergen (Λευκά Όρη στα σουηδικά) στη Στοκχόλμη. Το μέρος αυτό ήταν, κατά την ψυχροπολεμική περίοδο, ένα οχυρό πολιτικής άμυνας και επανασχεδιάστηκε το 2008, από τον αρχιτέκτονα Albert France-Lanord, ως κέντρο δεδομένων που στεγάζει servers για clients – μεταξύ των τελευταίων ήταν τα WikiLeaks και το Pirate Bay. Ξεκινώντας από την αποτύπωση της τραχιάς τοπογραφίας του περιβάλλοντος τοπίου της περιοχής του Ζέντερμαλμ, η ταινία βαθμιαία προχωρεί κάτω από την επιφάνεια και φωτίζει τη συνήθως κρυμμένη υποδομή του δικτύου. Καθώς η κάμερα καταγράφει οκνηρά τις στοίβες των servers με το φωτισμό φθορίου, αναπόφευκτα ανακύπτουν τα ζητήματα που σχετίζονται με την προστασία της ιδιωτικής ζωής, την επιτήρηση και την ψηφιακή κυριαρχία. Έχει ενδιαφέρον επίσης ότι αυτή η υπόγεια δομή, που είχε σχεδιαστεί για να αντέξει σε βόμβες υδρογόνου, κατασκευάστηκε με ευθείες αναφορές σε ταινίες επιστημονικής φαντασίας όπως το Silent Running (Περιπέτεια στο Διάστημα, 1972) και τα κλασικά σκηνικά του Ken Adam. Παίζοντας με την αισθητική του sci-fi και με μια ποιητική αφήγηση γραμμένη από τον Jussi Parikka, η ταινία αποκαλύπτει τις ποικίλες μορφές της προσωρινότητας όπως αυτή συλλαμβάνεται στον ψηφιακό χώρο των δεδομένων και στη γεωλογία. Συγκεντρώνοντας δονητικό και ηλεκτρομαγνητικό ήχο από το βράχο από πάνω, καθώς και από βαθιά μέσα στο ίδιο το δωμάτιο με τους servers, το έργο φέρνει στην επιφάνεια και επεξεργάζεται τους απόηχους του κρυμμένου περιβάλλοντος.
Η εποχή της τέχνης και του design σε ανθρώπινη κλίμακα ίσως να έχει τελειώσει. Χρειαζόμαστε, όλο και περισσότερο, μορφές παρέμβασης που να λαμβάνουν υπόψη τη βαθιά, χρονική επίδραση των υλικών διαδικασιών και πρακτικών. Καθώς αναπτύσσαμε πλανητικούς τρόπους όρασης, επικοινωνίας και ελέγχου, μεταβάλλαμε τα ίδια τα οικοσυστήματα πάνω στα οποία επιδιώκαμε να κυριαρχήσουμε. Καθιστώντας ολόκληρη τη Γη ένα αντικείμενο επιστημονικής μελέτης και εμπορικού ενδιαφέροντος, βρεθήκαμε να εμπλεκόμαστε στα βαθιά μέλλοντα του κάθε οργανισμού που μεγαλώνει, σέρνεται και ανθίζει πάνω στην επιφάνειά της. Παράλληλα με αυτό, τα οικονομικά και κοινωνικά μας συστήματα έχουν γίνει τόσο συνυφασμένα με τη φυσική τάξη, από την οποία διαχωριζόμαστε εμείς, που έχουν αρχίσει να εξελίσσονται σαν οργανισμοί και αυτά, μεταλλασσόμενα πέρα από την ικανότητά μας να τα κατανοήσουμε. Όπως το περιγράφουν οι Richard Pell και Lauren Allen, στον ορισμό τους για τη «μετα-φύση», τα ανθρώπινα όντα κατοικούν σε έναν κόσμο όπου οι οργανισμοί, τα ενδιαιτήματά τους και οι εξελικτικές τους οικοθέσεις «δεν καθορίζονται πλέον απλώς από οικολογικές πιέσεις, αλλά από μια διαρκή διαπραγμάτευση μεταξύ εμπορίου, κανονισμών και γενετικής»1, μια σχέση που, όπως ισχυριζόμαστε εμείς, λειτουργεί όλο και περισσότερο αμφίδρομα.
Ξεκινώντας από τις συνεισφορές τους στο The 3D Additivist Cookbook (Τρισδιάστατος Τσελεμεντές του Αυξητιβιστή), οι καλλιτέχνες Geraldine Juárez, Antonio Esparza, Darlene Farris-Labar και η κολεκτίβα ARTKELAB προσφέρουν έργα για αυτή την έκθεση, τα οποία διερευνούν την έννοια του μετα-φυσικού. Τα έργα παρεμβαίνουν στα συνθετικά/φυσικά, τεχνολογικά/πολιτιστικά όρια χρησιμοποιώντας την κατασκευή με 3D εκτύπωση ως εργαλείο κριτικού, ποιητικού και παιγνιώδους ακτιβισμού. Το κάθε έργο θίγει ζητήματα σημαντικού σύγχρονου ενδιαφέροντος για την περιοχή της Μεσογείου, από αστεία δυστοπικά μέλλοντα, προσφέροντας υβρίδια μετα-φύσης ως αγωγούς για «περίεργες» μορφές πολιτικής εμπλοκής, που θα μπορούσαν να έχουν την ευκαιρία να μεταβάλουν την κατανόησή μας για το πολιτιστικό τώρα.
1 “Out of the Lab, Into the Wild - Center for PostNatural History”. Προσπελάστηκε στις 11 Ιανουαρίου 2016. http://postnatural.org/Out-of-the-Lab-Into-the-Wild
Η εγκατάσταση περιλαμβάνει:
The 3D Additivist Manifesto των Morehshin Allahyari και Daniel Rourke, με ήχο του Andrea Young, 2015
The 3D Additivist Cookbook των Morehshin Allahyari και Daniel Rourke, 2016–17
USOA 1.0 (Ultimate Software Open Animal) από το ARTKELAB, 2015-17
Kauri από την Geraldine Juárez, 2015-17
Ancient Mediterranean Flowers from the Soil's Edge από την Darlene Farris-LaBar, 2017
The TurtleBag από τον Antonio Esparza, 2016-017
Τα αντικείμενα τρισδιάστατης εκτύπωσης τυπώθηκαν ειδικά για την έκθεση.
Το Σπήλαιο για έναν άγνωστο περιηγητή είναι μια εγκατάσταση που οργανώνεται ως σενάριο για ένα «ψευδο-αρχαϊκό σπήλαιο», το οποίο ωστόσο είναι εξοπλισμένο με την πολυτελή υποδομή ενός σύγχρονου δωματίου ξενοδοχείου. Η εγκατάσταση περιλαμβάνει ρητινούχο ταρτάν για δάπεδο στο χρώμα του εδάφους, υπαίθρια τουαλέτα, νιπτήρα και ντους, επιμελώς κρυμμένα δίκτυα, ένα στοιχειώδη χώρο για αποθήκευση και ένα απλό κρεβάτι τοποθετημένο κάτω από έναν μπετονένιο θόλο. Η εγκατάσταση εισάγει μερικά από τα αξεσουάρ ενός δωματίου ξενοδοχείου στο φυσικό περιβάλλον ενός έρημου νησιού. Ένα σύστημα απομακρυσμένων μεταξύ τους σπηλαίων δημιουργεί ένα συγκρότημα αντίστοιχο ενός «φυσικού ξενοδοχείου». Το φυσικό ξενοδοχείο ολοκληρώνεται με ένα σύστημα αόρατων υπηρεσιών. Είναι διαθέσιμες πολλές από αυτές, αλλά όλες σχολαστικά κρυμμένες. Το Σπήλαιο για έναν άγνωστο περιηγητή υποτίθεται ότι προσφέρει απομονωμένη διαμονή σε ένα ερημονήσι, αλλά αυτή υποστηρίζεται μονάχα ως σκηνογραφική συνθήκη.
16.05.2117, 20:20
...δυόσμος, μάραθος, θυμάρι, ρίγανη – τικ
...σταφύλια, ροδάκινα, κεράσια, πεπόνια – τικ
...ελιές, σουσάμι, σύκα – τικ
...αλεύρι, κριθάρι, αμύγδαλα, καρύδια – τικ
Συλλογή, διαλογή, ξήρανση, κατάθεση, κατάψυξη, σφράγιση, ανταλλαγή – οι συναλλαγές ολοκληρώθηκαν
16.05.2017, 20:20
Ο θεατής σκύβει αργά, εισέρχεται στην τρύπα επιθεώρησης, παρατηρεί τα σιλό-εκθέματα, εποπτεύει τις δραστηριότητες των εργατών της κοινότητας, βιώνει την αρχιτεκτονική, χάνεται στο χώρο.
H εικαστική εγκατάσταση Σιρών Τόποι οραματίζεται ένα υβρίδιο μιας τράπεζας σπόρων, μιας οικονομίας διαμοιρασμού και ενός μουσείου μεσογειακών φυτικών ειδών που μπορεί να εξαφανιστούν. Στην τεχνο-ουτοπία Σιρών Τόποι, οι απειλούμενοι ενδημικοί σπόροι αποθηκεύονται σε διαφανή σιλό-βιτρίνες του μουσείου, που είναι επίσης και οι κολώνες μιας κοινόχρηστης αρχιτεκτονικής. H Σιρών Τόποι παρέχει στους εργάτες της κοινότητας τη διατήρηση των τοπικών σπόρων βιοποικιλότητας και την προστασία των μεσογειακών γεύσεων, αρωμάτων, θρεπτικών συστατικών και φαρμακευτικών ιδιοτήτων που απειλούνται από τις περιβαλλοντικές καταστροφές, καθώς και από την αυξανόμενη απαίτηση για έλεγχο και τυποποίηση. Η Σιρών Τόποι δεν ανήκει σε ιδιωτικές εταιρείες. Τα μέλη της μπορούν να μοιραστούν το περιεχόμενο των καταθέσεων. Η αυτάρκεια αποτελεί προτεραιότητα. Το ίδιο και η ελευθερία και η ασφάλεια.
Είναι το μέλλον της μεσογειακής διατροφής ένα κατεστραμμένο τοπίο; Η εγκατάσταση Σιρών Τόποι μετατρέπει την ανησυχία μιας τέτοιας δυστοπίας στην εμπειρία μιας φουτουριστικής αρχιτεκτονικής. Οι θεατές εποπτεύουν ένα κουκλόσπιτο –μεταφορά αυτού του φουτουριστικού μικρόκοσμου– μέσω μιας πανοπτικής δομής που επεκτείνεται στο άπειρο. Η Σιρών Τόποι λειτουργεί ως ένα φορέσιμο δωμάτιο, μια πύλη ανάμεσα στην πραγματικότητα και τη φαντασία. Οι θεατές τοποθετούν το κεφάλι τους σε μια τρύπα για να παρατηρήσουν τα απειλούμενα είδη, την τράπεζα-μουσείο και την οικονομία διαμοιρασμού των λιλιπούτειων κατοίκων. Οι στήλες σπόρων του άπειρου χώρου, το καλειδοσκόπιο των κατόπτρων και των αγροτικών ήχων κατασκευάζουν έναν αισθητό χώρο, o οποίος δεν είναι ούτε πραγματικός, ούτε απομίμηση. Η εγκατάσταση Σιρών Τόποι είναι απειλητική και σαγηνευτική. Η θεατρική και ηδονοβλεπτική εμπειρία της ξυπνάει αναμνήσεις και δημιουργεί μια διαδικασία ενδυνάμωσης των θεατών, ώστε να διαταράξουν την ακολουθία των γεγονότων που προκαλούν την εξαφάνιση αυτών των ειδών.
Video link: https://vimeo.com/215419907
Το φθινόπωρο του 2016, εννέα φοιτητές της Σχολής Αρχιτεκτονικής στο Πανεπιστήμιο Γέηλ τεκμηρίωσαν τις μελλοντικές υποδομές της Ισλανδίας για μια 20ετή περίοδο, από το 2036 έως το 2056. Επρόκειτο για ένα υποθετικό αρχειακό πρότζεκτ του παρελθόντος 20 ετών σε 40 χρόνια από τώρα. Οι υποδομές επανεξετάστηκαν υπό το φως των σύγχρονων εξελίξεων στην οικολογία, την τεχνολογία και την οικονομία. Αυτοί οι τρεις παράγοντες επηρεάζουν τις πολιτιστικές σχέσεις του οικοδομημένου περιβάλλοντος με έναν τόσο φρενήρη ρυθμό, που είναι δύσκολο για έναν επιστημονικό κλάδο όπως η αρχιτεκτονική να τον ακολουθήσει. Το ζήτημα με το οποίο ασχολήθηκε η ομάδα δεν είναι η φαντασίωση ότι η αρχιτεκτονική μπορεί να επιλύσει αυτά τα προβλήματα, αλλά ότι η αρχιτεκτονική είναι υπεύθυνη να φανταστεί την αισθητική που θα μπορούσαν να προκαλέσουν οι αλληλεπιδράσεις των τριών αυτών παραγόντων στο κοντινό μέλλον. Οι συμμετέχοντες διερεύνησαν το πώς αυτές οι επιταχυνόμενες αλλαγές αναδιανέμουν ευαίσθητες πληροφορίες και, συνεπώς, εμπλέκουν την πολιτική. Τα πρότζεκτ που παρουσιάστηκαν καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα κλίμακας και θεμάτων. Διαμορφώθηκαν τρεις γενικές κατηγορίες, αν και το κάθε πρότζεκτ είχε αλληλεπικαλύψεις με τις άλλες κατηγορίες: Εξόρυξη ενέργειας, Συστήματα διανομής και Αποθήκευση πληροφοριών. Κάθε πρότζεκτ τεκμηριώνεται μέσα από 9 εικόνες, 1 μακέτα, ένα σύντομο κείμενο και μια παρουσίαση της έρευνας που τεκμηριώνει τα μελλοντικά μέσα.
Λίστα έργων:
In Plain Sight της Heather Bizon
Iceland Resolution: The View from Nowhere του Mathew Bohne
Tesla Redoux - Iceland Probe System Report της Pauline Caubel
The Glacial Genome: Looking Back at the Mid-Atlantic Mediation Project της Cat Garcia-Menocal
InfoState Infrastructure του Paul J. Lorenz
The Hive: The Distribution of the Many του Steven McNamara
From BIM to Garage Bands: The Rise of Energy Hacking της Aymar Marino-Maza
Data Landscaping: The Highland Dermis της Maggie Tsang
Razor Mining: Refueling the Cloud του Rob Yoos
Η Ηλεκτρονική πολεοδομία είναι μια ερευνητική μελέτη που βρίσκεται σε εξέλιξη για περισσότερα από 20 χρόνια. Η πρώτη φάση έρευνας ξεκινάει στα τελευταία χρόνια των σπουδών του Ζενέτου στο Παρίσι και ολοκληρώνεται το 1962 με την πρώτη παρουσίαση της μελέτης για τον Οργανισμό Σύγχρονης Κατοικίας στο Ζάππειο. Η τελική μελέτη για την «Πόλη και το σπίτι του μέλλοντος» παρουσιάζεται το 1971 στην 1η Οικοδομική Έκθεση του Ζαππείου. Στη μελέτη αυτή, ο Ζενέτος έχει ενσωματώσει το σχέδιό του για ένα έπιπλο πολλαπλών χρήσεων, το οποίο διακρίθηκε στο διεθνή διαγωνισμό Interdesign 2000 (1967).
Η μελέτη του Ζενέτου για την πόλη του μέλλοντος είναι αποτέλεσμα συστηματικής έρευνας πάνω στις εξελίξεις των εφαρμογών της ηλεκτρονικής τεχνολογίας. Μελετώντας άρθρα από επιστημονικά περιοδικά της εποχής, ο Ζενέτος προσδιόρισε με μεγάλη ακρίβεια τις επερχόμενες εφαρμογές της «τηλε-διεκπεραίωσης», της «τηλε-εργασίας» και της «τηλε-εξυπηρέτησης». Αντιλαμβανόμενος την επιταχυνόμενη μεταβολή των στοιχείων διαβίωσης στις πόλεις του μέλλοντος, πρότεινε την εφαρμογή εύκαμπτων συστημάτων σε όλες τις εγκαταστάσεις κτιρίων και υποδομών. Θεωρούσε ότι η δομή της πόλης και της κατοικίας του αύριο πρέπει να είναι κάτι φευγαλέο και, όσο το δυνατόν, άυλο. Για το λόγο αυτόν, σχεδίασε ένα σύστημα χωροδικτυώματος από τεταμένα καλώδια, σαν ιστό αράχνης, το οποίο περιείχε κατακόρυφες κηπουπόλεις, σε συνδυασμό με πυκνά δίκτυα εξελιγμένων μέσων τηλεπικοινωνίας. Το έδαφος θα ήταν τελείως ελεύθερο στη φυσική του κατάσταση και η πόλη θα απλωνόταν πάνω από δάση, λίμνες, ποτάμια, θάλασσες.
Η δικτυωματική υποδομή μπορεί να δεχτεί διαφορετικούς τύπους ένθετων στοιχείων, με βασικότερο αυτόν της αυτοτελούς κυψέλης τηλε-διεργασιών. Η κυψέλη εξοπλίζεται με ένα ανθρωπομορφικό έπιπλο πολλαπλών χρήσεων, το οποίο αποτελεί το κεντρικό χειριστήριο τηλε-ενεργειών, οπτικοακουστικών επαφών και ελέγχου των συνθηκών περιβάλλοντος. Για τον Ζενέτο, το χειριστήριο αυτό αποτελεί την καρδιά του ανθρώπου του αύριο. Το σύστημα κίνησης των μελών του επίπλου κατευθύνεται με πλήκτρα, αλλά ο Ζενέτος προβλέπει ήδη ότι στο μέλλον αυτό θα δέχεται εντολές κατευθείαν από τον εγκέφαλο του χειριστή, με τη βοήθεια ενός υπερευαίσθητου δέκτη ηλεκτροεγκεφαλικών κυμάτων.
Το υλικό που παρουσιάζεται στην έκθεση ανήκει στο αρχείο Τάκη Χ. Ζενέτου.
Τα Κινηματογραφικά Δοκίμια του Αστικού Μέλλοντος παρουσιάζουν εννέα μικρού μήκους «αρχιτεκτονικές ταινίες-δοκίμια» που έχουν για θέμα τους το μέλλον της αρχιτεκτονικής μορφής και της πόλης. Επινόηση του Γερμανού καλλιτέχνη και σκηνοθέτη Hans Richter, ο όρος «ταινία-δοκίμιο» περιγράφει ένα προσωπικό, υπαινικτικό και ιδιοσυγκρασιακό είδος κινηματογράφου, μεταξύ μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ. Παρά το γεγονός ότι δεν έχει θεωρητικοποιηθεί, η ταινία-δοκίμιο έχει μια μακρά ιστορία ως «μορφή που σκέφτεται και σκέψη που διαμορφώνει», κατά τον Γάλλο σκηνοθέτη και δοκιμιογράφο Jean-Luc Godard. Συνδυάζοντας τον ψηφιακό κινηματογράφο με την αρχιτεκτονική πρόταση, τα κινηματογραφικά δοκίμια που παρουσιάζονται γεφυρώνουν τη θεωρία με την πράξη και το σχεδιασμό με το σχολιασμό. Εισάγοντας τη διάσταση του χρόνου και την ενσυναίσθηση, οι ταινίες είναι σε θέση να ξεκλειδώσουν το αφηγηματικό, πολιτικό και φιλοσοφικό υποσυνείδητο της παγκόσμιας πόλης του αύριο, προτείνοντας εναλλακτικά σενάρια για το εγγύς μέλλον.
Οι ταινίες είναι «σχεδιασμένες» από τους φοιτητές του Unit24, στην Bartlett School of Architecture του University College London. Πρόκειται για ένα ερευνητικό εργαστήριο, το οποίο αξιοποιεί τις πρόσφατες εξελίξεις στην ψηφιακή τεχνολογία, που έχουν φέρει τους κλάδους του κινηματογράφου και της αρχιτεκτονικής πιο κοντά από ποτέ άλλοτε.
Οι ταινίες, επιλεγμένες από την Πηνελόπη Χαραλαμπίδου, οργανώνονται σε τρεις υποκατηγορίες:
Πόλεις του αύριο: Finbar Fallon, Subterranean Singapore (Υπόγεια Σιγκαπούρη), 2016· Kairo Baden-Powell, Fictional Constructs (Μυθοπλαστικές κατασκευές), 2014· Azizul Hoque, Whalemart City, 2016.
Κτίρια του αύριο: TJ Brook Lin, An Anatomical Embassy (Ανατομική Πρεσβεία), 2016· Αγγελική Βασιλείου, Weaving the Ineffable (Υφαίνοντας το ανέκφραστο), 2015· Emir Tigrel, Vestigial Landscapes (Εκλιπόντα Τοπία), 2015.
Τοπία του αύριο: Nico Czyz, Long Now Foundation, 2016· Στέφανος Λεβίδης, The Embassy of the Displaced (Πρεσβεία των εκτοπισμένων), 2016· Ed Mascarenhas, Barbecana, 2014.
Στο Tomorrow’s Storeys περιπλανιόμαστε από δωμάτιο σε δωμάτιο και αφουγκραζόμαστε τις τυχαίες συζητήσεις των κατοίκων μιας αθηναϊκής πολυκατοικίας στο κοντινό μέλλον. Δύο μήνες πριν από τα εγκαίνια της έκθεσης Tomorrows, ο αρχιτέκτονας Λίαμ Γιανγκ συγκρότησε μια ομάδα εργασίας που απαρτιζόταν από συγγραφείς επιστημονικής φαντασίας, εικαστικούς, σκηνοθέτες, φωτογράφους και αρχιτέκτονες, με στόχο την παραγωγή μιας σειράς κριτικών μυθοπλασιών για το μέλλον της Αθήνας. Μέσα από συζητήσεις, οπτικοποιήσεις και υποθέσεις εργασίας, η ομάδα δημιούργησε μια σειρά σύντομων ιστοριών που αναφέρονται σε μια συγκεκριμένη φανταστική πολυκατοικία, επινοώντας αφηγήσεις για τη μελλοντική ζωή των Αθηναίων κατοίκων. Ξεκινώντας από την παραδοσιακή μορφή της πολυκατοικίας, το κτίριο που σχεδίασαν είναι μια αστική μάζα εν εξελίξει, όπου ο κάθε Αθηναίος δεν λαμβάνει πλέον με ένα ελάχιστο βασικό εισόδημα, αλλά έναν ελάχιστο χώρο κατοίκησης, ένα ποσοστό δηλαδή του όγκου του κτιρίου, αλλά όχι ένα συγκεκριμένο χώρο. Η πολυκατοικία αυτή είναι η απεικόνιση μιας νέας μορφής οργάνωσης, όπου τα κτίρια αναδιαμορφώνονται όπως μια σελίδα του Facebook, ενώ μια ετερογενής ομάδα ενοίκων εμπλέκεται σε ακραίες αντιπαραθέσεις, καθώς μετακινούνται διαρκώς από όροφο σε όροφο και οι χρήσεις των διαμερισμάτων αλλάζουν ανά ώρα. Αυτή είναι μόνο μία φευγαλέα στιγμή σε ένα κτίριο με ατέρμονους σχηματισμούς, ένα παράθυρο σε ένα υποθετικό κτίριο, στην πόλη που το περιβάλλει και στις ζωές που εμπεριέχει.
Το θερμοκήπιο (αγγλ. hothouse) είναι ένα τεχνο-φυσικό απαράτους που προσφέρει ελεγχόμενα θερμό περιβάλλον για την καλλιέργεια. Από την άλλη, ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης (concentration camp) είναι μια περιφραγμένη εγκατάσταση για υποκείμενα εξαιρούμενα ή με εκκρεμή νομική προστασία, συνήθως σε συνθήκες καταναγκαστικής εργασίας. Συνδέοντας τους δύο όρους και τα προγράμματά τους στον υβριδικό όρο Hot_Camp, εισάγεται ένα απαράτους συλλογικής ζωής και εργασίας στα περιθώρια ή ανάμεσα σε αστικές συγκροτήσεις. Η πρόθεση είναι να παρέχεται μια χωρική και επιτελεστική συνθήκη, κάτω από την οποία η μητροπολιτική ζωή να διαχέεται στην αγροτική και αντιστρόφως. Η ζωή για τα μετακινούμενα υποκείμενα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης ζητείται να οριστεί στη μορφή μιας ανοιχτής, ετερογενούς κοινότητας. Η συγκέντρωση (assemblage) με διαφορετικές ταυτότητες αντιστοιχίζεται σε μια αρχιτεκτονική συνάθροιση (assemblage) διαφορετικών χώρων, αντικειμένων και οργανικών απαράτους. Όλα αυτά, άνθρωποι, ζώα, φυτά και αντικείμενα, σχηματίζουν ένα εναλλακτικό οικοδομικό τετράγωνο, με γενικά χαρακτηριστικά, περιμένοντας να προσεδαφιστεί σαν νέα αποικία οπουδήποτε, μεταξύ αστικού και αγροτικού. Αυτό το διαστικό τετράγωνο (trans-urban block) αναφέρεται στις επισφαλείς συνθήκες της αυριανής ζωής, στις συνθήκες του Νότου, μέσα στον κλιματικό, ανθρωπολογικό και πολιτικό ορίζοντα της Μεσογείου.
Το καλοκαίρι του 2015, πρόσφυγες από τη Μέση Ανατολή βρήκαν προσωρινό καταφύγιο στην Πλατεία Βικτωρίας, στο ταξίδι τους προς τη Δυτική Ευρώπη. Από τότε η Βικτώρια, η πλατεία με το μεγαλοαστικό παρελθόν και το αυτοκρατορικό όνομα, έχει αναδειχθεί σε κόμβο της προσφυγικής κρίσης, με ένα εκτενές δίκτυο αλληλεγγύης που προσφέρει βοήθεια και στέγη.
Η εγκατάσταση Βικτώρια: Είσοδος/Έξοδος προβάλλει την πλατεία ως υπόδειγμα για το μέλλον της Μεσογειακής πόλης. Εδώ συνυπάρχουν δύο παράλληλες οντότητες: το «Καταφύγιο» και το «Διαφανές Κράτος». Η πρώτη αναδύεται μέσα από τους μπετονένιους σκελετούς των πάλαι ποτέ πολυκατοικιών, που πλέον λειτουργούν ως μικρά εργοστάσια παραγωγής και διαμονής, όπου οι ένοικοι επιδίδονται στην παραγωγή και ανταλλαγή προϊόντων, ιδεών και υπηρεσιών σε μια μετα-καπιταλιστική κοινωνία. Η οριζόντια αυτή πόλη, αεικίνητη και διαρκώς συνδεδεμένη με το παρόν, διατρέχεται από το «Διαφανές Κράτος»: ένα επίσημο και αμετάβλητο δίκτυο από ιδιωτικοποιημένους πρώην δημόσιους χώρους και υποδομές, με ελεγχόμενη πρόσβαση και περιορισμένα δικαιώματα, όπου η συνεχής παρακολούθηση εγγυάται την ασφάλεια και την συμμόρφωση με το παρελθόν.
Μια κρυστάλλινη «Πρεσβεία» καταλαμβάνει την επιφάνεια της πλατείας και ρυθμίζει την είσοδο και έξοδο ανάμεσα στο «Διαφανές Κράτος» και το «Καταφύγιο». Είναι παντού έκδηλη η κινητικότητα και η μεταβατική φύση της ανθρώπινης παρουσίας, διαμεσολαβημένη από σημεία ελέγχου, αίθουσες αναμονής και κατασκευασμένες εμπειρίες, όπου η πρόσβαση σε κάθε άτομο υπόκειται σε διαδικασία έγκρισης.